«Νύχτες του Σαν Λορένζο» από το Cine-Δράση
Τετάρτη 10 Μαΐου 8:15΄μμ στο ΤΥΠΕΤ το αριστούργημα των αδελφών Paolo και Vittorio Taviani
Ένα λαϊκό παραμύθι, ένα εκθαμβωτικό, ολοζώντανο ανθρωπιστικό, φιλειρηνικό και αντιφασιστικό ποίημα, που συγκλονίζει τον θεατή, μένει για πάντα χαραγμένο στην μνήμη του και καθορίζει την ψυχή του. Φιλμ στο οποίο όλα τα κινηματογραφικά είδη: ηθογραφική κωμωδία, αρχαιοελληνική τραγωδία, επιθεώρηση, μελόδραμα, συνυπάρχουν με τον αριστοτεχνικό και πολυεπίπεδο τρόπο των αδελφών Paolo και Vittorio Taviani.
Το θέμα εδώ δεν είναι ο πόλεμος αυτός καθαυτός, αλλά οι σχέσεις που οι άνθρωποι διαμορφώνουν σε πολεμικές συνθήκες όταν ο κίνδυνος φέρνει τον έναν πιο κοντά στον άλλον, αποκαλύπτοντας παράλληλα αντιπαλότητες που εμποδίζουν την αρμονική συνεργασία και ξεχωρίζουν τους αληθινούς χαρακτήρες από τους ψεύτικους.
Η ταινία αρχίζει και τελειώνει με την ίδια σκηνή. Τη νύχτα της 10ης Αυγούστου, την όμορφη και γλυκιά καλοκαιρινή νύχτα του Αγίου Λορέντζο, που σύμφωνα με την ιταλική λαϊκή παράδοση, η ατμόσφαιρα γεμίζει πεφταστέρια και πραγματοποιούνται όλες οι ευχές, μια νεαρή γυναίκα, κάθεται στο παράθυρο ενός δωματίου για να παρακολουθεί τον ουρανό και διηγείται στον εξάχρονο γιό της όσα συνέβηκαν μια τέτοια ίδια νύχτα, πριν από χρόνια στη διάρκεια του πολέμου. Αν και αναφέρεται σε πραγματικά γεγονότα, στη διήγησή της αναμιγνύει ιστορικά συμβάντα, μύθους, λαϊκούς θρύλους, δοξασίες, προκαταλήψεις χρωματισμένα με την προσωπική της εμπειρία, τις κοινωνικές της αρχές και τις πολιτικές της αντιλήψεις.
Ιταλία, καλοκαίρι του 1944. Βρισκόμαστε στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι σύμμαχοι έχουν ήδη αποβιβαστεί στη Σικελία και τα γερμανικά στρατεύματα οπισθοχωρούν λεηλατώντας και καταστρέφοντας τα πάντα. Σε όλη την χώρα γίνονται μάχες παρτιζάνων και συμμαχικών δυνάμεων εναντίον των γερμανών και παράλληλα μαίνεται ένας ακήρυχτος εμφύλιος μεταξύ παρτιζάνων και φασιστών.
Οι ναζί σχεδιάζουν να βομβαρδίσουν το χωριό Σαν Μινιάτο της Τοσκάνης. Διατάζουν τους κατοίκους να συγκεντρωθούν στον καθεδρικό ναό. Οι μισοί από αυτούς ακολουθούν τις διαταγές και παραμένουν στην εκκλησία εν μέρει γιατί οι κατακτητές ισχυρίζονται ότι θα είναι ασφαλείς, εν μέρει ελπίζοντας ότι θα έχουν τη Θεία προστασία. Η εκκλησία βομβαρδίζεται και 55 κάτοικοι βρίσκουν φριχτό θάνατο. Οι υπόλοιποι αγνοούν τις εντολές και μέσα από σε μια δύσκολη πορεία σε δύσβατα βουνά και λαγκάδια, θα συναντήσουν τους παρτιζάνους και τα συμμαχικά στρατεύματα και όλοι μαζί θα πάρουν μέρος σε μια επική μάχη με τον εχθρό.
Όπως λέει ο Βασίλης Ραφαηλίδης (Έθνος 23-1-83) οι αδελφοί Ταβιάνι μεταφέρουν στην οθόνη «…μια εντελώς εκπληκτική μυθικορεαλιστική μάχη όπου οι ιστορικοί χρόνοι μπλέκονται αδιάλειπτα σε μια αιματηρή φιέστα, ο λαός, όλος ο λαός όλων των εποχών, αποδύεται σ’ ένα μέχρι θανάτου αγώνα μ’ όλους τους καταπιεστές όλων των εποχών. Δεν είναι οι συγκεκριμένοι Ιταλοί αντιφασίστες που μάχονται εδώ, αλλά όλος ο καταπιεσμένος λαός, απανταχού της γης. Δεν είναι ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος το ιστορικό σημείο αναφοράς σε αυτό το φιλμ, αλλά όλοι οι απελευθερωτικοί πόλεμοι… Όλες οι σκηνές που προηγούνται παραπέμπουν με συνέπεια στα πραγματικά ιστορικά περιστατικά, αλλά όλες είναι καθαρά μυθικές. Το ίδιο και οι σκηνές που έπονται, μέχρι το χάπυ-εντ της απελευθέρωσης και της λύσης του δράματος…».
Τα πραγματικά γεγονότα καταγράφηκαν στην Ιστορία και έγιναν μέρος της ιστορικής μνήμης της γειτονικής χώρας. Στη συνείδηση του ιταλικού λαού πήραν μυθικές διαστάσεις, διαδόθηκαν από στόμα σε στόμα, ενσωματώθηκαν στη λαϊκή παράδοση καθορίζοντας την ταυτότητα του, τις δημοκρατικές και φιλειρηνικές του αντιλήψεις.
Οι αδελφοί Ταβιάνι, των οποίων το Σαν Μινιάτο είναι η γενέτειρα, κάνουν ταινίες σε ένα βαθμό αυτοβιογραφικές. Η «Νύχτα του Σαν Λορέντζο» έχει κάποια εντελώς προσωπικά στοιχεία, κυρίως όμως εδώ τους απασχολεί η συνολική ιστορία της πατρίδας τους. Εστιάζουν στα αγαπημένα τους θέματα, αυτά της βίας και της αδικίας προς τους αδύναμους και αθώους, του καθοριστικού ρόλου της θρησκείας και της παράδοσης στη ζωή των ανθρώπων.
Με μια μοναδικά πολυεπίπεδη σκηνοθεσία ακροβατούν διαρκώς ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό, την Ιστορία και τη μυθολογία, το σκληρό ρεαλισμό και την ποίηση, την πραγματικότητα και το όνειρο, την πεζή καθημερινότητα και το λυρισμό που αυτή κρύβει μέσα της. Η πολεμικού προσανατολισμού δράση εναλλάσσεται με τις σκέψεις, τους φόβους, τις αναμνήσεις και τις φαντασιοπληξίες των χαρακτήρων. Στη φρίκη του πολέμου αντιπαρατίθενται με φυσικότητα μικρές ανθρώπινες στιγμές: παιδιά που δεν αντιλαμβάνονται γιατί πρέπει να εγκαταλείψουν την ασφάλεια του σπιτιού τους, παπάδες που ορίζουν ως μοναδική σωτηρία για την ώρα της κρίσης την «επιβίωση», νεαρές γυναίκες που κάθονται στο ποτάμι και τσαλαβουτούν τα πόδια τους, χωρικοί που ικανοποιούν το στομάχι τους σε ένα χωράφι γεμάτο λαχταριστά καρπούζια, έφηβες παρθένες που αγωνιούν μήπως πεθάνουν πριν γνωρίσουν τον έρωτα, μια Σικελή που είναι ύποπτη για προδοσία, μια ομάδα Ιταλών φασιστών που συνεργάζονται με τους Γερμανούς, κάποιοι που αλληλοσκοτώνονται εξ αιτίας των πολιτικών τους διαφορών, δύο ηλικιωμένοι, ένας άντρας και μία γυναίκα που προσπαθούν να αναθερμάνουν μετά από 40 χρόνια τον καταδικασμένο από τις κοινωνικές συνθήκες έρωτά τους.
Και όλα αυτά, αποτυπωμένα με καλαισθησία, ακρίβεια και καθαρή ομορφιά που μετατρέπουν την επώδυνη ιστορική μνήμη σε μια αριστουργηματική ταινία που λειτουργεί σαν τρυφερό νανούρισμα.
Οι αδελφοί Ταβιάνι, έχουν ασχοληθεί με αυτό το θέμα και στην πρώτη τους ταινία, το μικρού μήκους ντοκιμαντέρ «San Miniato, Luglio ’44» (1954). Για την ολοκληρωμένη μεταφορά της ιστορίας στην ταινία «Νύχτες του Σαν Λορέντζο» συνεργάστηκαν για το σενάριο με τον Τονίνο Γκουέρα, έναν από τους σημαντικότερους σεναριογράφους του 20ου αιώνα, συνεργάτη των Ταρκόφσκι, Αντονιόνι, Αγγελόπουλου και τον Τζιουλιάνι Τζ. Ντε Νέγκρι, που πολέμησε τους ναζί και ως εκ τούτου πλούτισε την πλοκή με δικές του βιωματικές εμπειρίες.
Η εκφραστική φωτογραφία του Φράνκο ντι Τζιάκομο, αναδεικνύει τη φυσική ομορφιά της ιταλικής υπαίθρου, τα αξεπέραστα χρώματα της τοσκανικής γης, τον καταγάλανο γεμάτο αστέρια ουρανό και την αγωνία των ανθρώπων που ζουν τη φρίκη του πολέμου. Η νοσταλγική μουσική του θαυμάσιου Νικόλα Πιοβάνι δεν χρησιμοποιείται απλά σαν υπόκρουση, αλλά κατευθύνει τη δράση και κάνει την κάθε σκηνή ενδιαφέρουσα και ξεχωριστή.
Η ταινία αγαπήθηκε πολύ από κοινό, δημοσιογράφους και κριτικούς των οποίων οι εθνικές ενώσεις σε ΗΠΑ, Γαλλία και Βοστόνη, την χαρακτήρισαν ως την καλύτερη ταινία του 1982. Το φιλμ κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής και το Βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ Καννών (1982). Η Ένωση Ιταλών Δημοσιογράφων την τίμησε με τα Βραβεία Καλύτερης Σκηνοθεσίας και Σεναρίου και στα Εθνικά Βραβεία David di Donatello της Ιταλίας απέσπασε τα Βραβεία Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Παραγωγής, Μοντάζ και Φωτογραφίας.
Ιταλία, 1992. Διάρκεια: 105’. Σκηνοθεσία: Paolo και Vittorio Taviani. Σενάριο: Paolo και Vittorio Taviani, Giuliani G. De Negri, Tonino Guerra. Μουσική: Nicola Piovani. Πρωταγωνιστούν: Omero Antonutti, Margarita Lozano, Claudio Bigagli, Miriam Guidelli, Massimo Bonetti, Enrica Maria Modugno, Sabina Vannucchi, Giorgio Naddi.