News Ticker

Nταμάρια Ψυχικού: Ένας προορισμός που γεννήθηκε στην καραντίνα

«Εδώ, πριν από λίγες εβδομάδες δεν μπορούσες να περάσεις από τον κόσμο». Ο Σταύρος Kυριακόπουλος, αφοσιωμένος λάτρης του ποδηλάτου βουνού, μου δείχνει ένα κομμάτι γης ανάμεσα στα φουντωμένα στάχυα αγριοβρόμης που απλώνονται στις απότομες πλαγιές αυτού του απόκοσμου τοπίου. Αναφέρεται στις ημέρες της καραντίνας, όταν πολλοί κάτοικοι των γειτονικών δήμων (ανατολικά το Ψυχικό και η Φιλοθέη, δυτικά το Γαλάτσι) βρήκαν στα εκατοντάδες στρέμματα του παλιού νταμαριού τον ιδανικό χώρο για έναν περίπατο, για μια βόλτα με τον σκύλο τους, για τρέξιμο ή και για ποδήλατο. 

Αυτές τις ημέρες, η «κανονικότητα» έχει επιστρέψει και στα νταμάρια του Ψυχικού, εκεί όπου για περίπου τέσσερις δεκαετίες (από το 1937 έως το 1976) λειτούργησαν τα λατομεία της εταιρείας «Κέκρωψ». Από τη στιγμή που τα άλση, τα πάρκα και τα καφέ άνοιξαν ξανά, ο χώρος βρήκε λίγη από την παλιά του ηρεμία. Ο Σταύρος και η παρέα του, με τα ποδήλατα, είναι σχεδόν καθημερινά εκεί, όπως και οι νέοι φίλοι του χώρου, οι οποίοι δεν φαίνονται διατεθειμένοι να τον εγκαταλείψουν εύκολα.

 Η Άντα, μια γυναίκα λίγο μετά τα σαράντα, ήξερε για τα νταμάρια από γνωστούς της, αλλά ποτέ δεν είχε φέρει τον γιο της εδώ για να παίξει. «Δεν μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό, δεν ξέρω, υπάρχει ένα μυστήριο, ένας “μύθος” που τυλίγει την περιοχή του λατομείου». Όλα αυτά άλλαξαν την περίοδο του εγκλεισμού. «Αναζητούσαμε ένα ασφαλές μέρος να φέρουμε τον μικρό για να εκτονωθεί με το ποδήλατό του. Και το βρήκαμε εδώ. Κάναμε νέους φίλους, γονείς άλλων παιδιών, και πραγματικά χαίρομαι που δέκα λεπτά από το σπίτι μου υπάρχει αυτό το μοναδικό μέρος».

«Δεν είναι θαύμα;»

«Δεν είναι θαύμα;» είναι η ερώτηση με την οποία μας απαντά ο κύριος Γιάννης, συνταξιούχος, κάτοικος Ψυχικού. Έχει βγάλει τη σκυλίτσα του για την απογευματινή της βόλτα. «Ακούγεται τρελό ένας άνθρωπος που ζει εδώ να παραπονιέται για έλλειψη ελεύθερων χώρων, αλλά την περίοδο του υποχρεωτικού εγκλεισμού ή θα έπρεπε να περπατήσεις στον δρόμο ή να έρθεις εδώ». Μια μητέρα απολαμβάνει το βιβλίο της, ενώ ο δικός της γιος τα δίνει όλα με το ποδήλατό του σε μια αυτοσχέδια πίστα με μικρά εμπόδια. «Αυτό που βλέπετε είναι προϊόν της περιόδου της καραντίνας. Η “πίστα” δεν υπήρχε, διαμορφώθηκε από τα ίδια τα παιδιά που μπορούσαν, επιτέλους, να παίξουν και να τρέξουν».

Διαμάχη 32 ετών

Ο ανυποψίαστος περαστικός της οδού Δάφνης δύσκολα μπορεί να φανταστεί τι υπάρχει πίσω από την ερυθρόλευκη μπάρα που δεσπόζει στην είσοδο του άτυπου «πάρκου». Η μπάρα δεν έχει διακοσμητικό χαρακτήρα: πρόκειται για τη βασική ένδειξη ότι ο χώρος είναι στην πραγματικότητα ιδιωτικός. Ανήκει και με τη βούλα των ελληνικών δικαστηρίων στην εταιρεία «Κέκροψ»: η τελευταία απόφαση, από το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, καθαρογράφτηκε πριν από σχεδόν έναν χρόνο (Ιούλιος 2019) και της απέδωσε την ιδιοκτησία των 194 στρεμμάτων, απορρίπτοντας έτσι την έφεση του ελληνικού Δημοσίου. Το τελευταίο, πάντως, προσέβαλε την απόφαση τον περασμένο Δεκέμβριο, δίνοντας συνέχεια σε ένα δικαστικό σίριαλ που διαρκεί 32 ολόκληρα χρόνια. 

Σε κάθε περίπτωση, η έκταση στα Τουρκοβούνια δεν μπορεί να οικοδομηθεί στο σύνολό της, παρά μόνο κατά ένα πολύ μικρό μέρος (υπολογίζεται κοντά στα δέκα στρέμματα), καθώς εξακολουθεί να ισχύει η κήρυξη 185 στρεμμάτων της διεκδικούμενης περιοχής ως αναδασωτέων, σύμφωνα με απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας από το 2006. Επομένως αυτό που θα κριθεί όταν κάποτε τελεσιδικήσει η υπόθεση δεν είναι η οικοπεδοποίηση των νταμαριών, αλλά η δυνατότητα της «Κέκροψ» να χτίσει κατοικίες σε έναν από τους πιο προνομιούχους δήμους στη χώρα. 

Μέχρι τότε, δυστυχώς ολόκληρη η έκταση θα βρίσκεται σε μια ενδιάμεση, γκρίζα ζώνη, που εμποδίζει όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να καθίσουν γύρω από ένα τραπέζι και να συμφωνήσουν για το πώς ένας πολύτιμος πνεύμονας πρασίνου και αναψυχής μπορεί να μην παρουσιάζει τη σημερινή εικόνα εγκατάλειψης. Εκτός από τα παλιά κτίρια με τα σπασμένα τζάμια, τα μπάζα και τα γκράφιτι (πρόκειται για κουφάρια βιομηχανικών κτιρίων του πρώτου μισού του 20ού αιώνα), υπάρχει σαφές θέμα καθαριότητας, για το οποίο μάλλον δεν χρειάζεται να περιμένουμε το Συμβούλιο της Επικρατείας. Σκεφτείτε ότι το ιστορικό της δικαστικής διαμάχης χρονολογείται από το 1988, όταν το ελληνικό Δημόσιο άσκησε αγωγή με την οποία διεκδικούσε την έκταση στα Τουρκοβούνια.

Μιλώντας με τον δήμαρχο Φιλοθέης-Ψυχικού, Δημήτρη Γαλάνη, καταλαβαίνω ότι μετράει την κάθε λέξη που λέει: «Η θέση του δήμου είναι ότι θα πρέπει να γίνει σεβαστή η ετυμηγορία του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου του 2006, με την οποία προστατεύεται ο δασικός χαρακτήρας της έκτασης». Προφανώς ο δήμος δεν μπορεί να εγκαταστήσει αστικό εξοπλισμό σε ιδιωτική έκταση (φωτισμό, καθιστικά, κ.λπ.), αλλά δεν θα μπορούσε να έρθει σε συνεννόηση με την ιδιοκτήτρια εταιρεία για να απαλλαγεί ο χώρος από τα σκουπίδια που αμαυρώνουν τη γενικότερη εικόνα; «Όχι», είναι η απάντηση, όσο διαρκεί η δικαστική διαμάχη. Να ένας ακόμα λόγος που το δικαστικό θρίλερ θα πρέπει να λάβει κάποια στιγμή ένα τέλος, έτσι ώστε όλοι να υποχρεωθούν να κάνουν αυτό που τους αναλογεί.

Με ή χωρίς σκουπίδια, τα νταμάρια ασκούν μια παράξενη γοητεία σε γείτονες, αλλά όχι μόνο, κυρίως λόγω της ιδιαίτερης μορφολογίας τους. Η παύση της εξορυκτικής δραστηριότητας κληροδότησε στην περιοχή ένα μοναδικό ανάγλυφο με βραχώδεις εξάρσεις και κοιλότητες με έντονες υψομετρικές διαφορές, οι οποίες μπορεί να φτάσουν και τα 54 μέτρα. Η δραματικότητα του τοπίου δεν αφήνει ασυγκίνητο κανέναν. Ο Φιορίν έφτασε εδώ με το ποδήλατό του από το Αιγάλεω. Συναντήσαμε ανθρώπους από το Χαλάνδρι, αλλά και από τη Βούλα. «Δεν είναι καταπληκτικό;» Και μας δείχνει εκστασιασμένος την ανεπανάληπτη λοφοσειρά, πλημμυρισμένη στο φως του Μαΐου. Ο Φιορίν και οι φίλοι του ήταν φυσικά αγέννητοι όταν ο αρχιτέκτονας και μελετητής της Αθήνας Κώστας Μπίρης έδινε στις 18 Σεπτεμβρίου 1949 μια καθόλου κολακευτική εικόνα της ευρύτερης περιοχής, σε άρθρο του στην «Καθημερινή» με τίτλο «Τα λατομεία και οι λόφοι των Αθηνών»: «Πετρελαιομηχανίες, αεροσυμπιεσταί, πιστόλες, θραυστήρες και κοσκινίστρες δημιουργούν πανδαιμόνιο κροταλισμών και θορύβου και γεμίζουν τον αέρα των ακραίων συνοικιών και αυτής της κηπουπόλεως του Ψυχικού με κονιορτό».

Εβδομήντα χρόνια μετά, τα λατομεία έχουν πάψει εδώ και δεκαετίες να συνυπάρχουν με τη ζωή της πόλης. Ένα εντελώς απρόβλεπτο γεγονός, όπως μια πανδημία, έδωσε την ευκαιρία σε λίγες εκατοντάδες Αθηναίους να ανακαλύψουν έναν σχεδόν πρωτόλειο χώρο αναψυχής και περιπάτου, που είναι μοναδικός στο Λεκανοπέδιο. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρειαστούν άλλα εβδομήντα χρόνια για να δούμε τα νταμάρια στο Ψυχικό με τον τρόπο που τα βλέπουν και τα απολαμβάνουν τα παιδιά με τα ποδήλατα από την κορυφή ενός λόφου με θέα σε όλη την Αθήνα.

zavos_damaria_psihiko_podilata_0029
zavos_damaria_psihiko_podilata_0005
zavos_damaria_psihiko_podilata_0007
zavos_damaria_psihiko_podilata_0073
zavos_damaria_psihiko_podilata_0081

Πηγή: kathimerini.gr