Εντυπωσιακό βίντεο: Η ιερά μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Πεντέλης ή Μεντέλης
Η Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Πεντέλης, ένα από τα μεγαλύτερα μοναστήρια της Ελλάδας, ιδρύθηκε το 1570 στο σημείο εύρεσης της εικόνας της Παναγίας. Από το αρχικό συγκρότημα σώζεται το Καθολικό και το γηροκομείο. Η Μονή σήμερα διαθέτει αξιόλογη βιβλιοθήκη, πολύτιμα κειμήλια και μόνιμη έκθεση για την παιδεία στα χρόνια της Τουρκοκρατίας με αναπαράσταση του «κρυφού σχολειού». Επιπλέον, εδώ στεγάζεται το Διορθόδοξο Κέντρο της Εκκλησίας της Ελλάδος, με πολλούς ξενώνες και αίθουσα συνεδρίων. Η μονή είναι ανδρική και πανηγυρίζει στις 15 και 16 Αυγούστου, καθώς και τη Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος.
Στις δυτικές υπώρειες του Πεντελικού όρους, σε θέση φυσικά προφυλαγμένη από το ύψωμα του Κουφού, με δυνατότητα εποπτείας στη γύρω περιοχή, δεσπόζει η περίφημη Μονή της Κοιμήσεως Θεοτόκου Πεντέλης ή Μεντέλης, όπως λεγόταν κατά την Τουρκοκρατία, ένα από τα πλουσιότερα και μεγαλύτερα μοναστήρια της Ελλάδας.
Δείτε το οδοιπορικό του Πρακτορείου «Ορθοδοξία» σε ένα από τα μεγαλύτερα Μοναστήρια της χώρας μας.
Η μονή ιδρύθηκε στο σημείο εύρεσης της εικόνας της Παναγίας, από τον Τιμόθεο, πρώην επίσκοπο Ευρίπου, ο οποίος συγκέντρωσε στο κοινόβιο τους διάσπαρτους μέχρι τότε ασκητές της Πεντέλης.
Η ανέγερσή της έγινε το 1570 ή, πιθανότερα, το 1578. Ήταν σταυροπηγιακή έως το τέλος της Τουρκοκρατίας (1456-1833). Μέχρι την Επανάσταση γνώρισε μεγάλη οικονομική ακμή, διέθετε αξιόλογη ακίνητη περιουσία και σημαντική βιβλιοθήκη. Κατά τον 17ο αιώνα προσαρτήθηκε σε αυτή το μοναστήρι της Νταού Πεντέλης, μετά τη σφαγή των μοναχών από Αγαρηνούς επιδρομείς, και την ίδια περίοδο λεηλατήθηκε από τους Ενετούς του αρχιστράτηγου Μοροζίνι. Ο 18ος αιώνας εξελίχθηκε σε περίοδο νέας ακμής και στα χρόνια της τυραννίας του Χασεκή στην Αθήνα τα προνόμια της μονής διατηρήθηκαν λόγω της στενής σχέσης της με την Υψηλή Πύλη. Στην Επανάσταση του 1821 συμμετείχε ενεργά, αλλά λεηλατήθηκε και πάλι και τότε καταστράφηκε η βιβλιοθήκη της. Στη μονή ίσχυε ένα ιδιότυπο σύστημα διαδοχής στην ηγουμενία, που ορίστηκε με πατριαρχικό σιγίλλιο του 1678 και διατηρήθηκε μέχρι το 1884, σύμφωνα με το οποίο, το κληρονομικό δικαίωμα να γίνονται ηγούμενοι είχαν τα μέλη της αθηναϊκής οικογένειας Δέγλερη.
Από το αρχικό μοναστηριακό συγκρότημα σήμερα σώζεται το καθολικό και το γηροκομείο. Το καθολικό, στην αρχική μορφή του ήταν τετράστυλος σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός που ανακαινίσθηκε τα έτη 1768 και 1858. Στη σημερινή του κατάσταση, μετά τις ριζικές επεμβάσεις που έγιναν το 1953, έχει τη μορφή τρίκογχου ναού αγιορείτικου τύπου. Από τον αρχικό ναό διατηρείται ο εσωνάρθηκας, ο οποίος στεγάζεται με τυφλό τρούλο. Όπως προκύπτει από τις τοιχογραφίες του, προστέθηκε πιθανώς τον 17ο αιώνα, ενώ σε μεταγενέστερη φάση προστέθηκε ο εξωνάρθηκας. Το εσωτερικό του ναού είχε πλούσιο διάκοσμο από τον οποίο διατηρούνται σήμερα οι τοιχογραφίες του εσωνάρθηκα. Το παλαιό τέμπλο κοσμούσαν εικόνες του 17ου και 18ου αιώνα, που φυλάσσονται στο μουσείο της μονής και αποδίδονται στον ζωγράφο Ιωάννη Τζεν, ο οποίος υπογράφει δύο από αυτές. Από το ίδιο τέμπλο σώζεται ο σταυρός με τα δύο λυπηρά.
Το γηροκομείο της μονής είναι ορθογώνιο κτήριο στον τύπο του σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού με τρούλο, χωρίς τον τριμερή χώρο του ιερού, με επιμήκη ορθογώνια θολωτή αίθουσα.
Το συγκρότημα σήμερα διαθέτει αξιόλογη βιβλιοθήκη και πολύτιμα κειμήλια, ενώ φιλοξενεί και μόνιμη έκθεση για την παιδεία στα χρόνια της Τουρκοκρατίας με αναπαράσταση του «κρυφού σχολειού». Στην ανατολική του πτέρυγα στεγάζεται το Διορθόδοξο Κέντρο της Εκκλησίας της Ελλάδος, με πολλούς ξενώνες και αίθουσα συνεδρίων.
Η μονή είναι ανδρική και πανηγυρίζει στις 15 Αυγούστου, στις 16 Αυγούστου (μνήμη του κτήτορός της Αγίου Τιμοθέου), καθώς και τη Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος.