H απλή αναλογική στους ΟΤΑ προοιωνίζει «ακυβερνησία»
Του Τάσου Γαϊτάνη Γραμματέα Τοπικής Αυτοδιοίκησης της ΝΔ
Στην εποχή μας παρατηρούνται συχνά μεγαλόσχημες εξαγγελίες που μπορεί να παρουσιάζονται με εντυπωσιακό περιτύλιγμα αλλά κατα κανόνα είναι επιζήμιες για τον τόπο. Η προσήλωση της κυβέρνησης σε αυτή την τακτική είναι καταγεγραμμένη και η τοπική αυτοδιοίκηση δε θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Η πρόθεση της να εφαρμόσει την απλή αναλογική στις αυτοδιοικητικές εκλογές είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση. Ως βασικό επιχείρημα προβάλλεται η δημοκρατική εκπροσώπηση της κοινωνίας, ενώ την ίδια ώρα υπάρχει αδιαφορία για το τί θα συμβαίνει όταν υπάρχει αδυναμία λήψης απόφασης.
Σε πρόσφατες δηλώσεις του ο Υπουργός Εσωτερικών ανακοίνωσε ότι πρόθεση της κυβέρνησης είναι οι δημοτικοί/περιφερειακοί σύμβουλοι να εκλέγονται με απλή αναλογική από τον Α΄ γύρο των εκλογών, ενώ στο Β’ γύρο θα προκρίνονται οι επικεφαλής των δύο παρατάξεων που συγκέντρωσαν την πλειοψηφία, εφόσον κανείς από τους δύο δε συγκέντρωσε το 50%+1 των ψήφων. Εξήγγειλε δε οτι σε μια τέτοια περίπτωση οι αντιδήμαρχοι / αντιπεριφερειάρχες θα μπορούν να προέρχονται από οποιαδήποτε παράταξη.
Η Νέα Δημοκρατία έχει από την αρχή εκφράσει την αντίθεσή της στην πρόθεση της κυβέρνησης να αλλάξει το νόμο των αυτοδιοικητικών εκλογών. Πιστεύουμε ότι μια τέτοια αλλαγή θα προκαλέσει φαινόμενα ακυβερνησίας και θα επιφέρει πλήγμα στην αξιοπιστία του θεσμού.
Σήμερα, για παράδειγμα, το θεσμικό πλαίσιο υπαγορεύει την εκλογή του Συμπαραστάτη του δημότη & της επιχείρησης, καθώς και του Περιφερειακού Συμπαραστάτη του πολίτη & της επιχείρησης με αυξημένη πλειοψηφία 2/3, δηλαδή με συνεργασία διαφορετικών παρατάξεων. Ο Συμπαραστάτης πρέπει να είναι ένα πρόσωπο εγνωσμένου κύρους που θα συνδράμει τους πολίτες όταν πέφτουν θύματα κακοδιοίκησης. Σύμφωνα με το νόμο, 161 δήμοι και 13 περιφέρειες μπορούν να εκλέξουν Συμπαραστάτη. Μέχρι σήμερα το 1/3 των δήμων και το 1/3 των περιφερειών δεν έχουν καταφέρει να διαμορφώσουν την απαιτούμενη πλειοψηφία. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό, ότι για ένα θεσμό που το μόνο που απαιτεί είναι η εύρεση ενός προσώπου εγνωσμένου κύρους, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις όπου δεν έχουν βρεθεί συγκλήσεις. Είναι αυτονόητο ότι για πολύ πιο σοβαρά θέματα, με αυξημένα σημεία τριβής η ύπαρξη έστω και απλής πλειοψηφίας θα καθίσταται δυσχερέστατη.
Ένα απο τα βασικά πλεονεκτήματα του θεσμού της αυτοδιοίκησης είναι οι σταθεροί εκλογικοί κύκλοι. Η εφαρμογή της απλής αναλογικής συνεπάγεται τη δημιουργία πλειοψηφιών συνασπισμού. Τι θα συμβεί όμως όταν οι συνασπισμοί διαλύονται; Στα κοινοβουλευτικά συστήματα η λύση είναι η προσφυγή στις κάλπες. Στην περίπτωση της αυτοδιοίκησης όμως δε γίνεται να έχουμε εκλογές κάθε τρεις και λίγο. Πολύ φοβούμαι ότι πρόθεση της κυβέρνησης είναι το Υπουργείο Εσωτερικών να αναλαμβάνει τον έλεγχο των δήμων/περιφερειών που δεν μπορούν να περάσουν αποφάσεις απο τα συλλογικά τους όργανα.
Η επιλογή αντιδημάρχων/αντιπεριφερειαρχών από κάθε παράταξη της μειοψηφίας θα είναι πλήγμα στην αξιοπιστία του θεσμού. Κάθε ένας που στο Β’ γύρο υποστηρίζει ένα υποψήφιο ο οποίος τελικά θα εκλεγεί, θα είναι έκθετος στην αντιπολίτευση για ιδιοτέλεια και προεκλογικό παζάρι, αν τελικά αναλάβει κάποιο αξίωμα. Είναι λοιπόν σαφές, ότι κανείς δε θα μπορεί να ασκήσει αξιόπιστη διοίκηση υπό αυτές τις συνθήκες.
Για τη Νέα Δημοκρατία τα προβλήματα του θεσμού προέρχονται απο τη γραφειοκρατία, το δαιδαλώδες ελεγκτικό πλαίσιο, την επικάλυψη αρμοδιοτήτων, τους περιορισμένους οικονομικούς πόρους. Η παρέμβαση της κυβέρνησης όχι μόνο δεν απαντά σε κανένα απο αυτά τα ζητήματα, αλλά αντίθετα θα τα επιδεινώσει.
Δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» στις 3 Μαρτίου 2018