Πέθανε ο Κωστής Στεφανόπουλος
Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 90 ετών ο πρώην Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κωστής Στεφανόπουλος, που νοσηλευόταν τις τελευταίες ημέρες με σοβαρή λοίμωξη του αναπνευστικού στο νοσοκομείο «Ερρίκος Ντυνάν».
Ο Κωστής Στεφανόπουλος εξέπνευσε στις 23:18 , από επιπλοκές πνευμονίας. Είχε εισαχθεί στο νοσοκομείο την Πέμπτη, 17 Νοεμβρίου, «με εμπύρετο και σοβαρή αναπνευστική δυσχέρεια». Οι γιατροί διαπίστωσαν ότι έπασχε από «αμφοτερόπλευρη πνευμονία εξ εισροφήσεως». Η υγεία του ήταν ήδη επιβαρυμένη και παρά την εντατική θεραπευτική αγωγή, ο οργανισμός του δεν ανταποκρίθηκε και παρουσίασε ανεπάρκεια πολλαπλών οργανικών συστημάτων.
Ο Κωστής Στεφανόπουλος ήταν ο πέμπτος Πρόεδρος της Δημοκρατίας μετά τη Μεταπολίτευση. Εν όψει των προεδρικών εκλογών του 1995, είχε προταθεί ως υποψήφιος Πρόεδρος της Δημοκρατίας από την Πολιτική Άνοιξη. Με τη στήριξη και του ΠΑΣΟΚ εξελέγη στις 8 Μαρτίου 1995, κατά την τρίτη ψηφοφορία, με 181 ψήφους.
Διαδέχθηκε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στις 10 Μαρτίου 1995. Διετέλεσε Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας για δύο συνεχόμενες θητείες από το 1995 έως το 2005, οπότε και τον διαδέχθηκε ο Κάρολος Παπούλιας. Είχε καταφέρει να συγκεντρώσει το σεβασμό της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.
Έτυχε διαφόρων τιμητικών διακρίσεων και των ανωτάτων παρασήμων ξένων κρατών και είναι επίτιμος δημότης πολλών Δήμων και Κοινοτήτων της Ελλάδας.
Πολιτική ζωή
Πολιτεύτηκε για πρώτη φορά στις εκλογές του 1958 με την Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση (ΕΡΕ) και εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Αχαΐας στις εκλογές του 1964. Μετά την πτώση της δικτατορίας εντάχθηκε στο νεοσύστατο τότε κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Εξελέγη μαζί της βουλευτής Αχαΐας στις εκλογές του 1974 και συμμετείχε στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή ως υφυπουργός Εμπορίου. Σε επακόλουθους κυβερνητικούς μετασχηματισμούς ανέλαβε υπουργός Εσωτερικών από το Νοέμβριο του 1974 μέχρι το Σεπτέμβριο του 1976 και υπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών (Σεπτέμβριος 1976 – Νοέμβριος 1977).
Στις εκλογές του 1977 επανεξελέγη βουλευτής Αχαΐας και ανέλαβε υπουργός Προεδρίας της κυβέρνησης από το 1977 έως το 1981, αρχικά υπό τον Καραμανλή και στη συνέχεια υπό τον Γεώργιο Ράλλη. Στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση του 1981 ο Στεφανόπουλος επανεξελέγη βουλευτής Αχαΐας αλλά το κόμμα του έχασε τις εκλογές από το ανερχόμενο ΠΑΣΟΚ. Η ήττα οδήγησε στην παραίτηση του Ράλλη από την αρχηγία του κόμματος. Στη Βουλή που σχηματίστηκε από τις εκλογές διετέλεσε Γραμματέας της Κοινοβουλευτικής ομάδας και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος. Ήταν υποψήφιος στις εσωκομματικές εκλογές για την προεδρία της ΝΔ αλλά ηττήθηκε από τον Ευάγγελο Αβέρωφ.
Ο Αβέρωφ παραιτήθηκε τον Αύγουστο του 1984 και στις εσωκομματικές εκλογές που ακολούθησαν ο Στεφανόπουλος διεκδίκησε για άλλη μια φορά χωρίς επιτυχία την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, ηττημένος αυτή τη φορά από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Ύστερα από τις βουλευτικές εκλογές του 1985 και την επανεκλογή του ως βουλευτής Αχαΐας αποχώρησε από το κόμμα μαζί με 9 άλλους βουλευτές και στις 6 Σεπτεμβρίου 1985 ίδρυσε τη Δημοκρατική Ανανέωση (ΔΗΑΝΑ). Εξελέγη βουλευτής Α΄ Αθηνών στις εκλογές του Ιουνίου 1989, ενώ παρέμεινε πρόεδρος του κόμματος αυτού μέχρι τον Ιούνιο του 1994, όταν η ΔΗΑΝΑ ανέστειλε τη δράση της, καθώς δεν κατόρθωσε να εκπροσωπηθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Η ιστορική ομιλία κατά την επίσκεψη Κλίντον
Τον Νοέμβριο του 1999 ο Μπιλ Κλίντον επισκέφτηκε την Ελλάδα, ο τότε Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος εκφώνησε μια ιδιαίτερα σημαντική ομιλία για τις σχέσεις των δύο χωρών με ιδιαίτερη μνεία στα εθνικά θέματα.
Ο Κωστής Στεφανόπουλος είχε αναφερθεί διεξοδικά στο μείζον θέμα της Συνθήκης της Λωζάνης αναφερόμενος στο διεθνές δίκαιο είχε τονίσει χαρακτηριστικά: «Η διεθνής κοινότης γνωρίζει πολύ καλά τας διατάξεις του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συνθηκών. Γνωρίζει το Δίκαιον της Θαλάσσης, γνωρίζει τις ρυθμίσεις της Συνθήκης της Λωζάννης», ενώ σε άλλο σημείο ανέφερε πως «οι διεκδικήσεις επί διαφόρων νήσων και νησίδων του Αιγαίου δεν θα έπρεπε ούτε ως σκέψεις να διατυπωθούν, αν η Τουρκία ενθυμείτο τις υποχρεώσεις της τις προκύπτουσες από τη Συνθήκη της Λωζάννης συμφώνως προς τα άρθρα 12 και 16 της οποίας παρητήθη παντός δικαιώματος και οποιουδήποτε τίτλου επί νήσων κειμένων πέραν των τριών μιλίων από τις ακτές της, με εξαίρεση την Ιμβρο, Τένεδο και τη νήσο των Λαγωών».