Aποχώρησαν 6 σύμβουλοι από την παράταξη Ρούσσου-Κατηγορούν τον δήμαρχο για στήριξη στον ΣΥΡΙΖΑ
Ρήξη με συνέπειες ανεξέλεγκτες στην δημοτική παράταξη του δημάρχου Χαλανδρίου, Σίμου Ρούσσου. Έξι στελέχη της δημοτικής παράταξης του δημάρχου ανεξαρτητοποιήθηκαν. Οι διαφωνούντες μάλιστα εξαπολύουν βαριές κατηγορίες τόσο εναντίον της διοίκησης, όσο και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Οι σύμβουλοι Θόδωρος Αλεξίου, Γρηγόρης Καλομοίρης, Χρήστος Κασίμης, Θανάσης Κιούσης, Γιώργος Λιερός και Πόπη Φασίτσα για «δημαρχοκεντρικό» μοντέλο διοίκησης και τονίζουν πως δεν θέλουν «να είναι συνένοχοι στο διαρκές έγκλημα που συντελείται σε βάρος της χώρας μας από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, στηρίζοντας ή συμμετέχοντας σε μια δημοτική διοίκηση η οποία βρίσκεται στην προέκταση των κυβερνητικών μηχανισμών».
Κερδίσαμε τον Δήμο αλλά χάσαμε την ψυχή μας
«Ασκήσαμε μια πολιτική που ερχόταν να υποκαταστήσει το κενό από την απόσυρση της κοινωνίας και τη δική μας ανεπαρκή πολιτική προετοιμασία, με παραταξιακού και κομματικού τύπου χειρισμούς κορυφής, με τον εγκλωβισμό στο επίπεδο των κρατικών μηχανισμών», επισημαίνουν οι έξι και συνεχίζουν: «Έτσι κερδίσαμε τον Δήμο, αλλά χάσαμε την ψυχή μας»
Αναλυτικά η ανακοίνωση των έξι:
Δεν μπορεί κάποιος να κοιμάται ήσυχος επειδή ευνοούν τη γειτονιά του αυτοί που καταστρέφουν τη χώρα του
Το σχοινί κόπηκε. Είμαστε υποχρεωμένοι, αναλαμβάνοντας την ευθύνη μας απέναντι στους συμπολίτες μας, να μιλήσουμε δημόσια για την «Αντίσταση με τους Πολίτες του Χαλανδρίου» και τη διοίκηση του Δήμου.
Δεν θέλουμε να είμαστε συνένοχοι στο διαρκές έγκλημα που συντελείται σε βάρος της χώρας μας από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ στηρίζοντας ή συμμετέχοντας σε μια δημοτική διοίκηση η οποία βρίσκεται στην προέκταση των κυβερνητικών μηχανισμών και αποδεικνύεται τελικά ενεργό μέρος των δικτύων εξουσίας του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο επαγγελματικός μηχανισμός της διοίκησης έχει απορροφήσει την παράταξη. Κανένας ουσιαστικός έλεγχος από τα κάτω δεν υφίσταται. Οι συνελεύσεις, τα συντονιστικά και οι δημοτικές ομάδες από το 2015 και μετά, προοδευτικά κατέληξαν απλώς να επικυρώνουν τις ήδη διαμορφωμένες από τα πάνω αποφάσεις. Στην παράταξη λειτουργεί η δημοκρατία του επουσιώδους, η ίδια η πολιτική συζήτηση είναι εδώ και καιρό ουσιαστικά νεκρή.
Αυτές οι διαπιστώσεις μόνο ανώδυνα δεν γίνονται. Η παράταξη αυτή και οι συλλογικότητες από τις οποίες προήλθε ήταν για δεκαετίες ένα πολύ σημαντικό μέρος από τη ζωή μας, ένα κομμάτι του εαυτού μας. Δεν πρόκειται για μια εύκολη, βεβιασμένη απόφαση, αλλά για μια αναγκαστική επιλογή, της οποίας προηγήθηκαν παρατεταμένες προσπάθειες για να πάρουν τα πράγματα μια καλύτερη τροπή. Οι απόψεις που δημοσιοποιούμε εδώ, έχουν ήδη από το περασμένο φθινόπωρο εκτεθεί στα μέλη της παράταξης. Δυστυχώς, δεν ελήφθησαν σοβαρά υπόψη, και το πρόσφατο επεισόδιο στη μετάλλαξη της παράταξης, όχι οπωσδήποτε το σημαντικότερο, απλώς και μόνο η συμβολική επικύρωσή της, ήταν η άρνηση να εκδοθεί ανακοίνωση που να καταδικάζει την πρόσφατη ψήφιση του 4ου μνημονίου από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και να καλεί τους πολίτες του Χαλανδρίου να συμμετάσχουν στις κινητοποιήσεις για την αποτροπή της ψήφισής του. Η μεθόδευση της εν τοις πράγμασι απόλυσης έξι συμβασιούχων εργαζομένων στην καθαριότητα του Δήμου, αλλά και η πρωτοφανής -για ένα χώρο όπως ο δικός μας- απόπειρα υποβάθμισης του Δημοτικού Συμβουλίου και της δημοτικής ομάδας σε εκτελεστικά όργανα χωρίς λόγο και άποψη έκαναν απλώς πιο ξεκάθαρη την εντεινόμενη απομάκρυνσή της δημοτικής Αρχής από μια ριζοσπαστική δημοκρατική θεώρηση των θεσμών.
Αν όμως ο έλεγχος της κυβερνητικής εξουσίας είναι οπωσδήποτε μια δύσκολη υπόθεση, εμείς γιατί αποτύχαμε στο πολύ πιο στοιχειώδες επίπεδο, εκείνο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης;
Ήδη πριν από τις εκλογές με το σύνθημα «να πάρουμε τον Δήμο» ασκήσαμε μια πολιτική που ερχόταν να υποκαταστήσει το κενό από την απόσυρση της κοινωνίας και τη δική μας ανεπαρκή πολιτική προετοιμασία με παραταξιακού και κομματικού τύπου χειρισμούς κορυφής, με τον εγκλωβισμό στο επίπεδο των κρατικών μηχανισμών. Έτσι κερδίσαμε τον Δήμο, αλλά χάσαμε την ψυχή μας. Για την παράταξή μας ποτέ η ανάληψη της δημαρχίας δεν ήταν αυτοσκοπός, δεν θέλαμε απλώς να αποδείξουμε ότι κάποιοι από εμάς θα ήταν καλύτεροι διαχειριστές της δημοτικής εξουσίας από τους προηγούμενους. Το ζητούμενο για εμάς ήταν να δώσουμε τον Δήμο στους πολίτες. Επιτυχημένος από τη δική μας σκοπιά θα ήταν ένας δήμος στην πρωτοπορία του κοινωνικού πειραματισμού, ένας δήμος πραγματικό εργαστήρι επεξεργασίας των όρων για την επιδιωκόμενη λαϊκή αναγέννηση, μια ζώνη ανασύνταξης, μαζί πρωτοπορία, αλλά και ασφαλές μετόπισθεν για τις δυνάμεις που μάχονται για την απελευθέρωση του λαού μας. Με αυτόν τον τρόπο λειτούργησαν στη Λατινική Αμερική πολλές αριστερές δημαρχίες τη δεκαετία που προετοιμάστηκε κοινωνικά και πολιτικά η ανάδειξη των αριστερών κυβερνήσεων.
Πολλοί συμπολίτες μας, θεωρούν ότι η δημοτική Αρχή έχει επιτύχει σημαντικό έργο. Εμείς διαπιστώνουμε ότι μετά τον Αύγουστο του 2015, η δημοτική μας παράταξη εγκατέλειψε την προεκλογική της εξαγγελία, ότι «θα κάνει τον Δήμο Χαλανδρίου κέντρο αντίστασης στη μνημονιακή εξαθλίωση και τη σύγχρονη κοινωνική βαρβαρότητα». Σταμάτησε, επίσης, τόσο η δημοτική παράταξη, όσο και η διοίκηση του Δήμου, να μιλά για «την εναλλακτική λύση που χαρακτηρίζεται από τη λογική ότι το χρέος ΔΕΝ το δημιούργησαν οι λαοί και ΔΕΝ είναι υποχρεωμένοι να το αποπληρώσουν». («Αντίσταση με τους πολίτες του Χαλανδρίου», Δημοτικές Εκλογές 2014, «Οι θέσεις μας», τεύχος 12).
Γίνεται εν τέλει πρόδηλο ότι η πολιτική τόλμη στο Χαλάνδρι προσομοίαζε με αυτήν της Κουμουνδούρου. Στην πραγματικότητα το δικό μας σύνθημα για μια αριστερή δημαρχία διατυπώθηκε μέσα στο ευρύτερο κλίμα που δημιούργησε ο αντίστοιχος στόχος του ΣΥΡΙΖΑ για μια κυβέρνηση της αριστεράς και υπέφερε από παρόμοιες απορίες, αν και σε μικρότερο βαθμό στην αρχή τουλάχιστον. Σε κάθε περίπτωση η κατοχή μικρών και μεγάλων θέσεων εξουσίας έπαιρνε σταδιακά την προτεραιότητα απέναντι στο κοινωνικό και την παρέμβαση από τα κάτω, ενώ το ζητούμενο μιας δημοτικής Αρχής αριστερής, ανεξάρτητης από την κυβέρνηση και σε ρήξη με τις κυρίαρχες κρατικές πολιτικές εξέπιπτε βαθμηδόν σε αυτό μιας δημαρχίας έντιμων, ικανών και εργατικών αριστερών.
Ήδη κατά τον προεκλογικό αγώνα του 2014 άρχισε να διαμορφώνεται ένα ολοένα και περισσότερο προσωποπαγές δίκτυο εξουσίας που μετά την εκλογική νίκη, με την ανάληψη θέσεων ευθύνης στον Δήμο και ασκώντας τη δημοτική εξουσία υποκατέστησε βαθμηδόν τις συλλογικές πολιτικές διαδικασίες της παράταξης με τις δικές του. Το εν λόγω δίκτυο θα αποτελέσει ένα συνεχές με τα δίκτυα εξουσίας που συγκροτήθηκαν από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, διαμορφώνοντας σταδιακά τα σημερινά του χαρακτηριστικά μετά τη στροφή του καλοκαιριού του 2015 και την υπογραφή του τρίτου μνημονίου από τον Τσίπρα.
Το δημοψήφισμα του Ιούλη του 2015 και η μνημονιακή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ ήταν οπωσδήποτε μια αποφασιστική καμπή. Σχεδόν αμέσως η διοίκηση άρπαξε το μήνυμα, κυριολεκτικά στον αέρα, και προσαρμόστηκε κατάλληλα. Πραγματοποίησε τη δική της στροφή στον ρεαλισμό. Και την έκανε, ερήμην της παράταξης, με ιδιαίτερη επιτυχία.
Απαρτίζεται αναμφισβήτητα από ικανούς και εργατικούς ανθρώπους και αξιοποίησε με τον καλύτερο τρόπο τη σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Κέρδισε, χάρη στην αμέριστη υποστήριξη της κυβέρνησης, μέσα σε δύο χρόνια ένα σημαντικό μέρος από τους ελεύθερους χώρους που η πόλη διεκδικούσε εδώ και δεκαετίες και βέβαια η προνομιακή της μεταχείριση από την κεντρική διοίκηση καθόλου δεν εξαντλείται σ΄ αυτές τις παραχωρήσεις.
Η παράλληλη κατίσχυση της αντίληψης ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση» υπήρξε καταλυτική για την πορεία της παράταξης. «Εφόσον η εναλλακτική για τη χώρα κάηκε και η υπόθεση της κοινωνικής αλλαγής, αν τεθεί κάποτε εκ νέου, θα αφορά την επόμενη γενιά, ας κοιτάξουμε να δούμε τι θα κάνουμε –για εμάς τους ίδιους– σαν Χαλανδραίοι στον Δήμο μας». Και ο ιδιότυπος αυτός στρουθοκαμηλισμός επικύρωνε στην πράξη τον εντεινόμενο εναγκαλισμό με το κυβερνητικό κέντρο, καθιστώντας εκκωφαντική τη σιωπή και την απραξία μας για όσους και όσα καταστρέφουν τον λαό και τη χώρα. Τι κι αν το προεκλογικό μας σύνθημα διακήρυττε «μπροστά στην Αυτοδιοίκηση ανοίγονται δύο δρόμοι, ή να προσαρμοστεί ή να αντισταθεί». Είναι προφανές ότι η διοίκηση και η παράταξη έχουν επιλέξει την προσαρμογή.
Είναι γεγονός ότι οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που ανέλαβαν διοικητικά καθήκοντα δεν είχαν ανάλογη προηγούμενη πείρα, ενώ παρέλαβαν ένα Δήμο με αποδιοργανωμένους τους μηχανισμούς του από τη χρόνια κακοδιοίκηση. Η διοίκηση του Δήμου –του σημερινού Δήμου που είναι μέρος του αστικού κράτους και μάλιστα του ελληνικού– δεν μπορεί να γίνει παρά από επαγγελματίες, όχι στον ελεύθερο χρόνο του πολίτη. Ανεξάρτητα από τα πρόσωπα, το χάσμα ανάμεσα στα επαγγελματικά στελέχη της διοίκησης και τα μέλη της παράταξης, τουλάχιστον σε μια πρώτη φάση, θα υφίστατο σε κάθε περίπτωση. Για αυτούς τους λόγους, πολλοί από εμάς τον πρώτο καιρό υποστήριξαν τη διοίκηση στις αντιπαραθέσεις που προκαλούσε η συμπεριφορά της ήδη πριν αναλάβει τα καθήκοντά της, ήδη πριν καν κερδίσει τις εκλογές. Σήμερα, τρία χρόνια μετά, που η διοίκηση πλέον κρατά γερά το τιμόνι στα χέρια της, δεν μπορούμε να έχουμε ψευδαισθήσεις: δεν υπάρχει καμιά πρόθεση η εξουσία να μοιραστεί προς τα κάτω, αλλά μόνο να συγκεντρώνεται προς τα πάνω.
Τέτοιος μετασχηματισμός σε μια κίνηση πολιτών, η οποία είχε μια παράδοση παρουσίας στην πόλη που κρατούσε πάνω από τρεις δεκαετίες και ήταν μια από τις πιο εμβληματικές στο είδος της στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, δεν μπορεί να εξηγηθεί χωρίς να ληφθεί υπόψη, επίσης, το δημαρχοκεντρικό θεσμικό πλαίσιο. Οι άλλες κινήσεις πολιτών που κάποια στιγμή θα βρεθούν στη θέση να διεκδικήσουν μια δημαρχία θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη τους ότι εκλέγεται ο δήμαρχος και όχι οι ίδιες, ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος η εφαρμογή του προγράμματός τους να βρίσκεται στην καλή θέληση του δημάρχου, το ίδιο και ο σεβασμός των πολιτικών τους διαδικασιών. Ο έλεγχος που μπορεί να ασκήσει το Δημοτικό Συμβούλιο πάνω στη διοίκηση είναι περιορισμένος, δεν υπάρχει η αρχή της δεδηλωμένης, δεν είναι δυνατή η ανάκληση του δημάρχου.
Η αντίθεση στο δημαρχοκεντρικό μοντέλο υπήρξε πάγιο και βασικότατο χαρακτηριστικό της φυσιογνωμίας μας. Το 2006 δεν δηλώναμε απλώς την αντίθεσή μας «με το μοντέλο που κυριαρχεί σήμερα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, αυτό της παντοδυναμίας του δημάρχου», αλλά νιώθαμε την ανάγκη να απολογηθούμε για την επιλογή επικεφαλής (υποψήφιου δημάρχου) αναφέροντας ότι είναι υποχρεωτική από τον νόμο. Στην προεκλογική διακήρυξη της «Αντίστασης» στις δημοτικές του 2002 γράφαμε: «αρνούμαστε την εκχώρηση της πόλης μας σε υποψήφιους δημάρχους σωτήρες, γι΄ αυτό αρνούμαστε την προσωποκεντρική προεκλογική εκστρατεία». Και σε ένα παλιότερο ακόμα κείμενο ο Σίμος Ρούσσος σημείωνε: «…δεν μπορεί να αποτελεί αριστερή πρακτική η αποδοχή του σταρ σύστεμ, ούτε και οι αντιλήψεις για τους δημάρχους σούπερμαν που θα λύσουν μόνοι τους ή μαζί με τους ικανούς συνεργάτες τους τα προβλήματά μας» (Ακροβασία, τεύχος 16).
Ωστόσο σε πρόσφατη συνέντευξή του (www.left.gr, 20-3-2017) ο Δήμαρχος υποστηρίζει ότι «πρέπει να αντισταθμιστεί η υιοθέτηση της απλής αναλογικής στις δημοτικές εκλογές με την αύξηση των αρμοδιοτήτων του δημάρχου και των αντιδημάρχων».
Πώς όμως συμβιβάζεται αυτή η άποψη με τη διαπίστωση των προεκλογικών μας θέσεων, ότι ο «Καλλικράτης» ενίσχυσε το δημαρχοκεντρικό μοντέλο, υποβάθμισε τον ρόλο του Δημοτικού Συμβουλίου, οδήγησε σε υπερσυγκεντρωτική διοίκηση, με επιτροπές στις οποίες η διοίκηση διαθέτει συντριπτικές πλειοψηφίες, χωρίς καν την αντιπροσώπευση όλης της αντιπολίτευσης;
Πότε αλήθεια συνεδρίασε η παράταξη για να αποφασίσει ότι οι θέσεις της εναντίον του δημαρχοκεντρικού μοντέλου -που τυπικά ισχύουν και σήμερα- είναι ξεπερασμένες;
Πότε αποφασίσαμε ότι η θέση του προεκλογικού μας προγράμματος για την κατάργηση της Φλύα Αναπτυξιακής είναι λανθασμένη;
Πότε και πώς συμφωνήσαμε ότι η στάση μας ως αντιπολίτευση να καταψηφίζουμε τις προσλήψεις προγραμμάτων κοινωφελούς εργασίας και γενικότερα συμβασιούχων, τώρα, που είμαστε διοίκηση είναι αντιπαραγωγική και εσφαλμένη;
Πότε και πώς καταλήξαμε στην άποψη ότι η διοίκηση αποφασίζει και οι εργαζόμενοι απλώς εκτελούν. Ότι δεν δικαιούνται να έχουν λόγο για τις ασκούμενες πολιτικές, αλλά και για το αντικείμενο της εργασίας τους; Ότι είναι θεμιτή η ταύτισή μας με πρακτικές εργοδοτικού αυταρχισμού; «Ή μήπως όταν οφείλεις στους “από πάνω” επιλέγεις τη σύγκρουση με τους “από κάτω”»;
Πότε και πώς αποφασίσαμε ότι η σιωπή για ό,τι συντελείται σ΄ αυτή την χώρα είναι αναγκαίο κακό;
Εν τέλει, πότε βγήκαμε δημόσια να δώσουμε λόγο στους πολίτες;
Βέβαια οι συνεδριάσεις των οργάνων της παράταξης εξακολουθούν να γίνονται και η στατιστική της συχνότητάς τους θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως αντεπιχείρημα στην κριτική μας. Στην πραγματικότητα απλώς επικυρώνονται ήδη ειλημμένες αποφάσεις. Εδώ και αρκετό καιρό πολλά μέλη της παράταξης έχουν ζητήσει μάταια στις δημοτικές ομάδες, αντί να «συζητάμε» τις εισηγήσεις που θα εισαχθούν την επομένη στο Δημοτικό Συμβούλιο, οι οποίες έχουν ήδη υποστεί την τελική τους επεξεργασία από τους υπηρεσιακούς, να συζητάμε για τις προκείμενες πάνω στις οποίες διαμορφώνονται οι αποφάσεις. Είναι ενδεικτικό ότι το θέμα του Ανοικτού Πανεπιστημίου του Δήμου Χαλανδρίου, για το οποίο υπήρχε ηλεκτρονικός διάλογος, πολλές διαφωνίες και γραπτό αίτημα να συζητηθεί σε συνέλευση ή συντονιστικό, ανήλθε στην ηλεκτρονική λίστα στις 15:00 για να συζητηθεί στη δημοτική ομάδα στις 19:00 και να εισαχθεί την επομένη στο Δημοτικό Συμβούλιο, χωρίς φυσικά να πρόκειται για κάτι επείγον.
Ακόμη όμως και με δεδομένο το πάνω κάτω που έφερε η μνημονιακή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ και η κινηματική άμπωτη θα μπορούσαν να ιχνηλατηθούν άλλοι δρόμοι. Αυτό άλλωστε απέδειξαν τόσο η ρηξικέλευθη πολιτική που ασκείται στον καταυλισμό των Ρομά και ο τρόπος που συζητήθηκε και υλοποιήθηκε το «Waste for Think», όσο και ο συμμετοχικός προϋπολογισμός στον Συνοικισμό Χαλανδρίου. Η πειραματική εφαρμογή του συμμετοχικού προϋπολογισμού ήταν υποδειγματική στη σύλληψη και στα διαδοχικά στάδια της υλοποίησής της και παρά την αρχική υπονόμευσή της αναγκαίας συνεργασίας με τις άλλες παρατάξεις έφερε ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα. Ας φανταστούμε τι ανθρώπινες δυνάμεις θα είχαν απελευθερωθεί αν κρατούσαμε ως κόρη οφθαλμού τις δημοκρατικές διαδικασίες με τις οποίες είχαμε μάθει να λειτουργούμε εδώ και δεκαετίες, αν επεκτείναμε μια τέτοια αντίληψη στις σχέσεις της διοίκησης με τους εργαζόμενους, στις σχέσεις της διοίκησης με την αντιπολίτευση και προπάντων στη σχέση με τους πολίτες. Αυτή η προσπάθεια, σε συνάρτηση με μια συνεπή αντικυβερνητική και αντιμνημονιακή στάση, θα οικοδομούσε προϋποθέσεις για να «δώσουμε τον Δήμο στους δημότες», θα είχε δείξει ότι δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Τα πράγματα δεν έγιναν έτσι και δεν φταίει για όλα ο ΣΥΡΙΖΑ και τα μνημόνια.
Ίσως καθυστερήσαμε αδικαιολόγητα τη ρήξη. Ένα μεγάλο μέρος των ανθρώπων με τους οποίους συμπορευθήκαμε για δεκαετίες, ή που συσπειρώθηκαν στην παράταξη με ενθουσιασμό το 2014, έχει αποχωρήσει, έχει αποστρατευθεί ή με τον ένα και τον άλλο τρόπο έχει πάρει τις αποστάσεις του. Στην πραγματικότητα δεν έχουν μείνει και πολλά από την παλιά παράταξη. Όπως άλλωστε σε ανύποπτο χρόνο είχε προφητικά διατυπωθεί: «η παράταξη που θα πάει στις εκλογές το 2019 δεν θα έχει καμία σχέση με την παράταξη που κέρδισε τις εκλογές το 2014».Τέλος εποχής! Γιατί μετά το 4ο μνημόνιο έχει δρομολογηθεί η παράταση του καθεστώτος περιορισμένης κυριαρχίας της χώρας μας τουλάχιστον μέχρι το 2060 και το πιθανότερο μέχρι το 2080 και βλέπουμε. Εκποιείται ο φυσικός και ανθρωπογενής πλούτος της, διασκορπίζεται το ανθρώπινο δυναμικό της, αποδυναμώνονται οι κοινωνικοί δεσμοί, αποσαθρώνεται ο κοινωνικός ιστός, ευτελίζονται οι αξίες, υπονομεύεται η ίδια η δυνατότητα μιας μελλοντικής αναγέννησης. Σήμερα δεν τίθεται εν αμφιβόλω μόνο το κράτος πρόνοιας, οι συντάξεις, τα κοινωνικά δικαιώματα, τα κοινά αγαθά, αλλά το ίδιο το Κοινό Αγαθό: η ίδια η υπόσταση του λαού μας ως τέτοιου τίθεται εν κινδύνω.
Έτσι, ερχόμαστε να κάνουμε το τελευταίο βήμα σε μια αντιπαράθεση που υποβόσκει εδώ και καιρό, ανακοινώνοντας την αποχώρησή μας από την Αντίσταση με τους Πολίτες του Χαλανδρίου και την ανεξαρτητοποίησή μας στο Δημοτικό Συμβούλιο.
Τελειώνει εδώ για εμάς αυτή η περιπέτεια της εμπλοκής με τη δημοτική Αρχή. Από εδώ και μπρος θα κριθούμε με βάση τη συμμετοχή μας σε μια μακροχρόνια περίοδο κοινωνικής ανασυγκρότησης, η οποία θα συντελεστεί κυρίως σε απόσταση από την πολιτεία και τους θεσμούς της. Δυστυχώς αποτύχαμε να επινοήσουμε ένα ρόλο σε αυτό το εγχείρημα για την αριστερή δημαρχία στο Χαλάνδρι. Είμαστε υποχρεωμένοι, κινούμενοι αυτοκριτικά, πάντα στις αρχειακές κατευθύνσεις της παράταξης, να ανιχνεύσουμε μαζί με όσους επιμένουν να κινούνται κόντρα στο ρεύμα έναν άλλο δρόμο. Στο ερώτημα «Ιησούν ή Βαραββάν» δεν θέλουμε να απαντήσουμε με ένα αίτημα αναβολής ή προτείνοντας τη συγκρότηση μιας εξεταστικής επιτροπής.
Οι δημοτικοί σύμβουλοι
Αλεξίου Θόδωρος
Καλομοίρης Γρηγόρης
Κασίμης Χρήστος
Κιούσης Θανάσης
Λιερός Γιώργος
Φασίτσα Πόπη
Χαλάνδρι, 13-09-2017