News Ticker

Ο στενός συνεργάτης του Θόδωρου Αγγελόπουλου στο Cine-Δράση!

Την Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2016, στις 8.15 το βράδυ (ΤΥΠΕΤ), το Cine-Δράση προβάλει την τελευταία ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Η Σκόνη του Χρόνου», παρουσία του κινηματογραφιστή Αλέξανδρου Λαμπρίδη, επί 20 χρόνια στενού συνεργάτη του μεγάλου σκηνοθέτη, για να συζητήσει με το κοινό.

«Ο Αγγελόπουλος δεν κάνει «σινεμά. Ποίηση δημιουργεί. Αν δεν είχε την κάμερα και κρατούσε πένα, θα ήταν ίσως, ο Σεφέρης. Μόνο αν σταθείς έτσι απέναντι στη δουλειά του μπορείς να της επιτρέψεις να σε αγγίξει. Όλοι μιλάνε για το «υπερ-εγώ» του. Δεν ξέρω. Αυτό που γνωρίζω, είναι πως μια φορά τον συνάντησα τυχαία στο αεροδρόμιο και τον έπιασα διακριτικά από το μπράτσο για να του πω -ως θεατής των ταινιών του ή ως «αναγνώστης» της ποίησης του- ένα «ευχαριστώ». Αντέδρασε σχεδόν σα ντροπαλό παιδί, κοίταξε κάτω και ψέλλισε ένα ξαφνιασμένο «εγώ ευχαριστώ». Ακριβώς όπως θα περίμενε κάποιος από έναν πραγματικό δημιουργό. Σπάνιο είδος στην Ελλάδα των ξιπασμένων φελλών». (Γιώργος Πήττας, σε ένα σχόλιό του στον Πολίτη)

Στο χαμόγελο του Μπρούνο Γκανς (πέφτοντας από το πλωτό ταξί στο ποτάμι του Βερολίνου), νομίζουμε πως συμπυκνώνεται ο πλούτος και η ποικιλία των μηνυμάτων που μας στέλνει η νέα ταινία του Θ. Αγγελόπουλου. Ένα χαμόγελο γεμάτο, αποχαιρετισμός μιας γενιάς που δεν υπέκυψε, μιας γενιάς που μετρούσε το χρόνο με γεγονότα. Εμείς χάσαμε -σαν μας λέει- αλλά παίξαμε το παιχνίδι μέχρι τέλους, εσείς; Ένα χαμόγελο ειρωνικό προς την επόμενη γενιά, που ταλαντευόμενη ανάμεσα στο συλλογικό όνειρο και την ατομική καταξίωση, άφησε το ταξίδι στη μέση και έμεινε να μετρά τα γεγονότα με το χρόνο.

Ο Γιάκομπ (Μπρούνο Γκανς σε μια ερμηνεία που θα μείνει στην ιστορία) τα έχει ζήσει και τα έχει χάσει όλα. Την κοινωνία που ονειρευόταν, τη χώρα του, τους φίλους του και το μεγάλο του έρωτα, την Ελένη. Αλλά δεν σταμάτησε ποτέ να παλεύει. Ακόμα και τώρα που τα μαλλιά έχουν ασπρίσει και τα δάχτυλα υγραίνονται, συνεχίζει να διεκδικεί την Ελένη, να την προσκαλεί σε χορό στα σκαλιά του μετρό. Κι όταν αυτή καταρρέει, τότε μόνο συνειδητοποιεί πως ήρθε το τέλος, ενώ ο Σπύρος, έχει από καιρό αποδεχτεί παθητικά την απόφαση της ιστορίας «που μας έβαλε στο περιθώριο».

Η Ελένη συλλαμβάνεται στη Θεσσαλονίκη στα χρόνια του εμφύλιου. Ο μεγάλος της έρωτας, ο Σπύρος (Μελισσοκόμος, Ταξίδι στα Κύθηρα), την αναζητά και την βρίσκει στην Τασκένδη. Είμαστε στο 1953. Εξορίζονται και οι δυο στη Σιβηρία, από όπου φεύγουν μετά το θάνατο του Στάλιν. Δυο πλάνα σεκάνς, αυτό της ανακοίνωσης του θανάτου του Στάλιν και αυτό στο βαγόνι (που αιτιολογεί συμβολικά την εξορία), δίνουν αριστουργηματικά το κλίμα της εποχής.

Το ταξίδι συνεχίζεται, οι τόποι εναλλάσσονται, ο χρόνος γυρνά πίσω, όχι όμως με φλας μπακ, ο χώρος και ο χρόνος συμπλέκονται, διαστέλλονται και συστέλλονται, ο χρόνος γίνεται ο τόπος της ιστορίας, οι εποχές και οι γενιές συνομιλούν άμεσα, χωρίς διαμεσολαβήσεις. Φιλανδία, Αυστρία, Ρώμη, Νέα Υόρκη, Τορόντο, Βερολίνο, τα σύνορα έχουν πέσει, παγκοσμιοποίηση.

Ο Νταφόε, γιος της Ελένης και του Σπύρου, γυρίζει ταινία την ιστορία των γονιών του (Ταξίδι στα Κύθηρα). Εκπροσωπώντας την επόμενη γενιά, ψηλαφεί τις ανοιχτές πληγές του παρελθόντος προσπαθώντας να ανιχνεύσει το παρόν (η σκηνή στο πιάνο με την Πιτακή είναι από τις ωραιότερες της ταινίας). Μένοντας άναυδος αλλά και μετέωρος απέναντι στα γεγονότα, αναζητά κι αυτός την Ελένη, την κόρη του, που παραπαίει στο φόντο ενός άγριου καπιταλισμού (πλάνο σεκάνς με τις μοτοσικλέτες). Την Ελένη που προσπαθεί να καταλάβει, αλλά δεν μπορεί, που το βάρος του παρελθόντος (σκηνικό του παιδικού δωματίου) την πλακώνει, αναζητώντας το τέλος στο κατειλημμένο από άστεγους κτίριο. (Ένας από τους άστεγους έρχεται από τη σκηνή του θανάτου του Στάλιν)

Μετά το αρκετά επιτηδευμένο «Λιβάδι που δακρύζει», είναι φανερή η προσπάθεια του σκηνοθέτη να επικοινωνήσει με τον «παλιό» εαυτό του, κρατώντας μεν τον άξονα της νέας τριλογίας, (ατομικό-συλλογικό, έρωτας και επανάσταση, ως υποκείμενα και αντικείμενα της ιστορίας), αλλά αποφεύγοντας επιμελώς τόσο την τεχνική της συναισθηματικής ταύτισης, όσο και την οπτική της «αβάσταχτης ελαφρότητας» των πραγμάτων.

Όπως είναι φανερή και η αγωνία του να ξαναβρεθεί με τους «κάτω», λέγοντας μας με λόγια, πως «κάποιοι βιάστηκαν να μιλήσουν για το τέλος της ιστορίας», αλλά και δείχνοντάς μας μέσα από μια προκάτ μεν, αλλά περίτεχνη σκηνή (αυτή του σκονισμένου παλιού μουσικού οργάνου), πως η ταξική πάλη συνεχίζεται και στο χέρι μας είναι να βγει ξανά στο προσκήνιο της ιστορίας. Αρκεί να διώξουμε τη σκόνη; Θα ρωτήσουμε εμείς.

Όμως είναι και φανερή η αδυναμία του να προσεγγίσει τη νέα εποχή και τη νέα γενιά και να πιάσει τα σύγχρονα υπόγεια ρεύματα (η μορφή της μικρής Ελένης είναι μάλλον απλουστευτική και ξεπερασμένη από τις εξελίξεις).

Κινηματογραφική γλώσσα σταθερή, όπου τα γεγονότα αναγγέλλονται από τους ηθοποιούς και τα μηνύματα αναδείχνονται μέσα από τα πλάνα σεκάνς. Τα αγάλματα (του Σεφέρη;) επαναφέρονται με τα κομμένα κεφάλια (Τοπίο στην ομίχλη, Βλέμμα του Οδυσσέα), μετά την κατάρρευση ίσως θα μπορούσε να προστεθεί κι αυτό του Λένιν (για να συνδιαλέγονται τα αίτια της ήττας;)

Οι νεκροί χρόνοι κυριαρχούν ως σημείο τομής του ανθρωπολογικού και του φιλμικού, όπως και η φωνή οf και το espace of (σκηνή αναγγελίας του γάμου), ενώ στην πορεία μειώνονται τα πανοραμίκ εξωτερικά πλάνα και αυξάνονται τα κοντινότερα εσωτερικά, όπως και ο ρυθμός (η επικράτηση του ατομικού απέναντι στο συλλογικό;).

Ιδανική η φωτογραφία του Α. Σινάνου και επιβλητική η μουσική της Ε. Καραϊνδρου.

Τέλος ο σκηνοθέτης μας αφήνει ένα ανοιχτό παράθυρο με την αναφορά του στην επόμενη ταινία της τριλογίας. Θα ήταν άραγε η «Αιώνια επιστροφή», η ανάκληση και ανάπλαση εικόνων -απόκρυφων πτυχών- της σύγχρονης ανθρώπινης ύπαρξης, πάνω στο έδαφος της νέας κοινωνικής πραγματικότητας και των μεγάλων αντιθέσεων;

Διάρκεια: 125′. Σκηνοθεσία: Θεόδωρος Αγγελόπουλος. Σενάριο: Θεόδωρος Αγγελόπουλος, Πέτρος Μαρκάρης, Tonino Guerra. Πρωταγωνιστούν: Willem Dafoe, Bruno Ganz, Michel Piccoli, Irène Jakob, Christiane Paul, Tiziana Pfiffner, Reni Pittaki, Kostas Apostolidis, Apostolos Mylonas.

*Kείμενο του Βασίλη Τσιράκη, δημοσιεύτηκε στο ΠΡΙΝ στις 30 Νοεμβρίου 2008. Τα στοιχεία είναι από το camerastyloonline.wordpress.com

Ο Αλέξανδρος Λαμπρίδης γεννήθηκε στην Αθήνα. Με ρίζα (γένος Μάκος) στη Σωτήρα της Άνω Δερόπολης, με καταγωγή από το Πολύδροσο Θεσπρωτίας, πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε χωριά της παραμεθόριας Ηπείρου, ακολουθώντας τις μεταθέσεις των εκπαιδευτικών γονέων του.

Σαν μαθητής στο 2ο Λύκειο Αθήνας εκδίδει την σχολική εφημερίδα «Αναζήτηση», σαν φοιτητής στους Μεταλλειολόγους του Ε.Μ.Π. το περιοδικό «Επαφές». Δραστηριοποιείται σε φοιτητικές πολιτιστικές ομάδες και συμμετέχει σε κινηματογραφική ομάδα που γυρίζει σειρά ντοκιμαντέρ σε νεολαιίστικους και εργασιακούς χώρους τα οποία προβάλονται σε πολιτικά, κοινωνικά φεστιβάλ. Μαθητεύει σε Εργαστήρι Θεωρίας και Κριτικής Κινηματογράφου κοντά στον Σωτήρη Δημητρίου και σε Εργαστήρι Σκηνοθεσίας με τον Χρήστο Σιοπαχά. Ακολουθούν σπουδές Σκηνοθεσίας Κινηματογράφου και Τηλεόρασης στις σχολές Χαντζίκου και Σταυράκου από όπου και αποφοιτεί.

Αρθρογραφεί με θέματα κριτικής και κινηματογράφου σε εφημερίδες και περιοδικά ενώ, παράλληλα, ξεκινά τις πρώτες εβδομαδιαίες και, κατόπιν, καθημερινές ραδιοφωνικές εκπομπές, στο ξεκίνημα της μη κρατικής ραδιοφωνίας. Αποχωρώντας από τον 902, θα πρωτοστατήσει στη δημιουργία του εναλλακτικού ραδιοφωνικού σταθμού «Ρωγμή στα FM». Μεταπτυχιακές σπουδές Κινηματογράφου και Οπτικοακουστικών για τρία χρόνια στο Παρίσι (PARIS 1- La Sorbonne), όπου παρακολουθεί και stages τελειοποίησης στη σκηνοθεσία με υποτροφία της Γαλλικής κυβέρνησης, σκηνοθετώντας ντοκιμαντέρ με θέμα τους μουσικούς του δρόμου.

Στη διάρκεια της θητείας του μετατίθεται στην Υπηρεσία Κινηματογραφίας Στρατού και σκηνοθετεί για εννέα μήνες την τηλεοπτική εκπομπή του Υ.ΕΘ.Α. «Με Αρετή και Τόλμη» στην ΕΡΤ καθώς και ιστορικά, ενημερωτικά ντοκιμαντέρ.

Το 1990 ξεκινά η συνεργασία του με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο ως βοηθός σκηνοθέτη και υπεύθυνος του casting – μια συνεργασία που έμελλε να διαρκέσει 22 ολόκληρα χρόνια, μέχρι το τελευταίο πλάνο του μεγάλου δημιουργού. Συνεργάστηκε μαζί του σε 5 ταινίες («Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού”, «Το Βλέμμα του Οδυσσέα», «Μια Αιωνιότητα και μια Μέρα», «Το Λιβάδι που δακρύζει», «Η Άλλη Θάλασσα»).

Συνεργάστηκε και με άλλους σημαντικούς σκηνοθέτες ενώ ξεκίνησε να σκηνοθετεί ταινίες και ντοκιμαντέρ –ανάμεσά τους το «ΤΕΛΟΣ ΜΙΑΣ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑΣ», ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους με διεθνή διανομή, πολλαπλή τηλεοπτική προβολή και συμμετοχή σε πλήθος φεστιβάλ κι εκδηλώσεων σε όλο τον κόσμο. Σκηνοθετεί, παράλληλα, εκδηλώσεις σε μεγάλους χώρους και θεσμούς – ανάμεσά τους, τακτική, πολυετής συνεργασία με το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας, με τη σκηνοθεσία τελετών και τη διδασκαλία σε κινηματογραφικά σεμινάρια.

Το 1996 πρωτοστατεί στη δημιουργία του Πολυφωνικού Συνόλου «Χαονία» που πήρε το όνομά του από τη χώρα του αρχαιότερου Ηπειρωτικού φύλου που συμπίπτει με το χώρο επιβίωσης της Ηπειρώτικης Πολυφωνίας. Η «Χαονία», στα δεκαέξι χρόνια της διαδρομής της, έχει εμφανιστεί σε εκατοντάδες συναυλίες σε όλη την Ελλάδα, σε φωνητικά φεστιβάλ στο εξωτερικό, έχει δισκογραφήσει σε Ελλάδα κι εξωτερικό ενώ έχει βραβευθεί για την προσφορά της από την Πανηπειρωτική Συνομοσπονδία Ελλάδας.

*Όλες οι χειμερινές κινηματογραφικές προβολές και οι εκδηλώσεις του «Cine-Δράση» πραγματοποιούνται κάθε Τετάρτη στις 8.15 το βράδυ στην αίθουσα “Ν. Εγγονόπουλος” του πάρκου “Μ. Θεοδωράκης” (ΤΥΠΕΤ), Π. Μπακογιάννη 38-42, Βριλήσσια.